Αυτοί και εμείς
Ι. Οι (παρα)λογοι όσων βρίσκονται από πάνω
Γενάρης 2013
Λένε οι από πάνω:
«Εμείς είμαστε αυτοί που διατάζουμε. Είμαστε ισχυρότεροι αν και λιγότεροι. Δεν μας ενδιαφέρει τι λες-ακούς-σκέφτεσαι-κάνεις, όταν είσαι μουγκός, κουφός και ακίνητος.
Μπορούμε να επιβάλουμε στην κυβέρνηση ανθρώπους σχετικά έξυπνους (αν και ήδη είναι δύσκολο να συναντήσεις τέτοιους στην τάξη των πολιτικών), αλλά επιλέγουμε κάποιον εντελώς άσχετο.
Γιατί; Γιατί μπορούμε να το κάνουμε!
Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τους αστυνομικούς και στρατιωτικούς μηχανισμούς για να καταδιώξουμε και να φυλακίσουμε πραγματικούς εγκληματίες, αλλά αυτοί συνιστούν ζωτικό μας μέρος. Αντ’ αυτού επιλέγουμε να καταδιώξουμε εσένα, να σε ξυλοφορτώσουμε, να σε συλλάβουμε, να σε βασανίσουμε, να σε φυλακίσουμε και να σε δολοφονήσουμε.
Γιατί; Γιατί μπορούμε να το κάνουμε!
Αθώος ή ένοχος; Και ποιον ενδιαφέρει τι απ’ τα δύο είσαι; Η δικαιοσύνη είναι μια ακόμη πόρνη σημειωμένη στην ατζέντα μας και, πίστεψέ μας, δεν είναι η πιο ακριβή.
Και ακόμη κι αν πληροίς τους όρους του καλουπιού που επιβάλλουμε, ακόμη κι αν δεν κάνεις τίποτα, ακόμη κι αν είσαι αθώος, θα σε συντρίψουμε.
Κι αν επιμένεις να ρωτάς γιατί το κάνουμε, θα σου απαντήσουμε: γιατί μπορούμε να το κάνουμε!
Αυτό σημαίνει να έχεις την Εξουσία. Γίνεται πολύς λόγος για λεφτά, πλούτη κι άλλα τέτοια. Αλλά πίστεψέ μας πως αυτό που εξιτάρει είναι εκείνο το αίσθημα να μπορείς να αποφασίζεις για τη ζωή, την ελευθερία και την περιουσία οποιουδήποτε. Όχι! η δύναμη δεν είναι τα λεφτά, αλλά εκείνο μπορείς ν’ αποκτήσεις μ’ αυτά. Μέρος της Εξουσίας δεν είναι μόνο η ατιμώρητη επιβολή της, αλλά επίσης και πάνω απ’ όλα, η παράλογη άσκησή της.
Και είναι αδιάφορο ποιος εμφανίζεται ποιος βγαίνει μπροστά να μας κατηγορήσει. Αυτά περί δεξιάς και αριστεράς δεν είναι παρά σήματα που δείχνουν στο σοβέρ πού να σταματήσει τ’ αμάξι. Η μηχανή δουλεύει από μόνη της. Δεν χρειάζεται ούτε καν να τιμωρήσουμε το θράσος της αμφισβήτησής σας. Μεγάλες, μεσαίες και μικρές εξουσίες, από όλο το πολιτικό φάσμα, και επιπλέον διανοούμενοι, καλλιτέχνες, δημοσιογράφοι, πολιτικοί, μέλη της εκκλησιαστικής ιεραρχίας, συναγωνίζονται για το ποιος θα μας πρωτοευχαριστήσει.
Οπότε άντε και γαμήσου, άντε χάσου, δεν πας να κουρεύεσαι; ψώφα, απογοητεύσου, παραδώσου.
Για τον υπόλοιπο κόσμο δεν υπάρχεις, είσαι ο κανένας.
Ναι! έχουμε σπείρει το μίσος, τον κυνισμό, τη μνησικακία, την απελπισία, τον θεωρητικό και πρακτικό ωχαδελφισμό, τον κομφορμισμό του «μη χείρον βέλτιστον», τον φόβο που γίνεται παραίτηση.
Και, ναι! τρέμουμε μήπως και όλο αυτό μετασχηματιστεί σε οργανωμένη, εξεγερσιακή βία, με κάθε κόστος.
Γιατί το χάος που επιβάλλουμε το ελέγχουμε, το διαχειριζόμαστε, το μετράμε, το τροφοδοτούμε. Οι «δυνάμεις της τάξης» μας είναι οι δυνάμεις για να επιβάλλουμε το χάος μας.
Αλλά ο χαμός που έρχεται από τα κάτω…
Χμμ, αυτοί… Ούτε καν καταλαβαίνουμε τι λένε, ποιοι είναι, πόσο κάνουν.
Και κάποιες φορές είναι τόσο χυδαίοι που ούτε καν ζητάνε πια, ούτε ελπίζουν, ούτε αιτούνται, ούτε εκλιπαρούν, παρά μόνο κάνουν πράξη την ελευθερία τους. Φαντάσου αισχρότητα!
Αυτός είναι ο πραγματικός κίνδυνος. Ο κόσμος που γυρίζει αλλού το βλέμμα, που βγαίνει απ’ το καλούπι, που το σπάει, που το αγνοεί.
Ξέρεις τι μας έχει εξυπηρετήσει καλά; Εκείνος ο μύθος της ενότητας με κάθε κόστος. Να συμφωνείς μόνο με το αφεντικό, τον επικεφαλής, τον αρχηγό, τον ηγέτη, ή όπως αλλιώς τον λένε. Είναι πιο εύκολο να ελέγξεις, να διοικήσεις, να περιορίσεις, να εξαγοράσεις έναν/μία παρά πολλούς. Και φτηνότερο. Μαζί και οι ατομικές εξεγέρσεις. Τόσο συγκινητικά άχρηστες.
Αντίθετα το επικίνδυνο, το πραγματικό χάος έρχεται όταν ο καθένας γίνει συλλογικότητα, ομάδα, φυλή, οργάνωση, και απ’ το μετερίζι του μάθουν να λένε «όχι» και μάθουν να λένε «ναι», και συμφωνήσουν. Γιατί το «όχι» στοχεύει αυτούς από μας που δίνουν τις διαταγές. Και το «ναι»… ουφ… αυτό είναι μια συμφορά. Φαντάσου καθένας να έχτιζε τη μοίρα του, και να αποφάσιζε τι θα γίνει και τι θα κάνει. Θα ήταν τόσο όσο να πούμε ότι εμείς είμαστε περιττοί, περισσευούμενοι, ενοχλητικοί, αχρείαστοι, αυτοί που πρέπει να φυλακιστούνε, να εξαφανιστούνε.
Ναι! ένας εφιάλτης. Φυσικά για εμάς. Φαντάζεσαι τι αντιαισθητικός θα ήταν αυτός ο κόσμος γεμάτος ιθαγενείς, μαύρους, καφετήδες, κίτρινους, ερυθρούς, τζιβάδες, τατουάζ, πίρσινγκ, πλανώδιους, φρικιά, γκοθάδες, χιπχοπάδες, σκεϊτάδες, κι εκείνη τη σημαία με το «Α» τόσο χωρίς έθνος για να την εξαγοράσεις, νέους, γυναίκες, πούστηδες, παιδιά, γέρους, μάγκες, σοφέρηδες, αγρότες, εργάτες, άξεστους (nacos), πρόλες [1], φτωχούς, ανώνυμους, και… άλλους/άλλες [2]… Χωρίς ένα προνομιακό χώρο για μας, «the beautiful people”… τον « καλό κόσμο» αν δεν κατάλαβες… γιατί φαίνεται από τη γλώσσα σου ότι δεν έχεις σπουδάσει στο Χάρβαρντ.
Ναι! εκείνη η μέρα για μας θα ήταν νύχτα… Ναι! όλο θα ’σκαγε. Και τι θα κάναμε;
Χμμ… δεν το έχουμε σκεφτεί. Στοχαζόμαστε, σχεδιάζουμε και εκτελούμε τι κάνουμε για να αποτρέψουμε μια τέτοια εξέλιξη, αλλά… όχι, δεν το έχουμε σκεφτεί.
Ωραία, σε τέτοια περίπτωση, χμμ… δεν ξέρω… ίσως να ψάχναμε για ενόχους και μετά, ποιος ξέρει, ίσως ψάχναμε ένα «plan Β». Φυσικά μέχρι τότε όλα αυτά θα ήταν άχρηστα. Θαρρώ τότε θα θυμόμασταν τη φράση εκείνου του βρωμοκόκκινου εβραίου… όχι του Μαρξ… του Αϊνστάιν, ναι! του Άλμπερτ Αϊνστάιν. Μου φαίνεται πως εκείνος ήταν που είπε: «Η θεωρία είναι για όταν τα πάντα είναι γνωστά αλλά δεν δουλεύει τίποτα. Η πράξη είναι για όταν τα πάντα λειτουργούν αλλά κανείς δεν ξέρει γιατί. Σε αυτή την περίπτωση έχουμε συνδυάσει τη θεωρία με την πράξη: δεν δουλεύει τίποτα… και κανένας δεν ξέρει γιατί».
Ναι, έχεις δίκιο, ούτε καν θα χαμογελούσαμε. Η αίσθηση του χιούμορ ποτέ δεν ήταν ένα σφαιτερίσιμο κληροδότημα. Δεν είναι κρίμα;
Ναι, αναμφισβήτητα: ζούμε εποχή κρίσης.
Δεν θα μας πάρεις φωτογραφίες; Έτσι, για να μας φτιάξεις λίγο και να μας βάλεις κάτι πιο αξιοπρεπές. Μπα όχι! αυτό το μοντελάκι το φορέσαμε ήδη στο «Hola» [ισπανικό περιοδικό μόδας]… Μα τι σου λέμε! Είναι φανερό πως δεν έχεις ξεπεράσει ακόμη το «libro vaquero» [περιοδικό κόμικ].
Μας τρώει η ανυπομονησία να διηγηθούμε στους φίλους μας ότι μας πήρε συνέντευξη ένας τόσο… τόσο… τόσο… άλλος. Θα ενθουσιαστούν. Και φυσικά θα προσδώσει και σε μας έναν αέρα κοσμοπολίτικο…
Μα φυσικά και δεν σε φοβόμαστε. Και όσο για κείνη την προφητεία… Χα! Δεν είναι παρά δεισιδαιμονίες τόσο… τόσο… τόσο αυτόχθονες… Τόσο τρικοσμικές [3]… Χαχαχα… τι ωραίο ανέκδοτο. Κάτσε να το σημειώσουμε για όταν θα δούμε τα παιδιά…
Τι;… Δεν είναι προφητεία;…
Α, είναι υπόσχεση…
(…) (ήχος τιτουτατα-τατατατά, του σμάρτφον)
Ναι; αστυνομία; Ναι, μια καταγγελία για κάποιον που ήρθε να μας δει. Ναι, μάλλον ήταν δημοσιογράφος ή κάτι τέτοιο. Φαινόταν τόσο… τόσο… τόσο άλλος, ναι. Όχι όχι, δεν μας έκανε τίποτα. Όχι, ούτε πήρε κάτι. Απλά, τώρα που φεύγαμε στο κλαμπ για να βρούμε τους φίλους μας, βλέπουμε ότι έχουν σχεδιάσει κάτι στην πόρτα της εισόδου του κήπου. Όχι, οι φύλακες δεν αντιλήφθηκαν από ποιον. Φυσικά και όχι! δεν υπάρχουν φαντάσματα. Είναι ζωγραφισμένο με πολλά χρώματα… Όχι, δεν είδαμε κάποιο κουβά με χρώμα απ’ έξω… Λοιπόν, αυτό που λέγαμε είναι ότι είναι βαμμένο με πολλά χρώματα, έτσι, πολύ χρωματιστό, πολύ άξεστο (naco), πολύ άλλο, καμία σχέση με τις γκαλερί όπου … τι; Όχι, δεν θέλουμε να στείλετε περιπολικό. Ναι, το ξέρουμε. Σας πήραμε να ρωτήσουμε μήπως θα μπορούσατε να διερευνήσετε τι θέλει να πει το σύνθημα. Δεν ξέρουμε αν είναι κάποιο πάσγορντ, ή κάποια γλώσσα απ’ αυτές που μιλάνε οι πρόλε. Ναι, είναι μόνο μια λέξη, αλλά δεν ξέρουμε γιατί μας κάνει ν’ ανατριχιάζουμε. Λέει:
MARICHIWEU! [4]
(συνεχίζεται…)
Από οποιοδήποτε μέρος του κόσμο,
από οποιοδήποτε κόσμο.
SupMarcos.
Πλανήτης Γη.
Γενάρης 2013.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου