Την επταετία της χούντας αλλά και για χρόνια μετά, η δευτεροβάθμια
εκπαίδευση ήταν εξατάξια. Είχε δηλαδή έξι Γυμνασιακές τάξεις και δεν
είχε Λύκειο. Στο τέλος του Γυμνασίου γράφαμε Πανελλήνιες Εξετάσεις και
το αποτέλεσμά τους, ίσως, καθόριζε ολόκληρη τη ζωή μας. Για τον λόγο
αυτό, τα παιδιά έκαναν εντατικά φροντιστήρια, ένα ή και δύο χρόνια. Τα
καταξιωμένα φροντιστήρια, με τις πολλές επιτυχίες, ήταν στο κέντρο της
Αθήνας (πολλά στην Κάνιγγος, μερικά στην Πατησίων μερικά στην Ακαδημίας
και τα υπόλοιπα εκεί τριγύρω) και μάζευαν μαθητές από όλη την Αθήνα. Το
ωράριο ήταν 7-10 κάθε βράδυ.
Η ζωή του μαθητή, ΚΑΙ ΤΟΤΕ, ήταν εξ’ ίσου σκληρή με του σημερινού μαθητή αλλά τα καταφέρναμε, όπως και τα παιδιά μας τα καταφέρνουν σήμερα, μιας και δεν μπορέσαμε εμείς μεγαλώνοντας να τους έχουμε έτοιμο κάτι καλύτερο.
Το 1973 πήγαινα Ε’ Γυμνασίου και στο φροντιστήριο «Θετικό», του φιλόλογου Σκούρα. Το «Θετικό» ήταν ακριβώς απέναντι από το Πολυτεχνείο, Στουρνάρη (Στουρνάρα τότε) και Πατησίων γωνία, με είσοδο από την Στουρνάρη και παράθυρα από την Πατησίων. Πάλι πρώτη θέση έπιασες, θα σκεφτήκατε. Όχι όμως, γιατί ο Σκούρας το έκλεισε την Παρασκευή το βράδυ και μας έδιωξε, γιατί όσο ήταν εκεί ερχόντουσαν κάτι περίεργοι με κάμερες και φωτογραφικές μηχανές και δείχνοντας ταυτότητες του ζητούσαν να μπουν. Τους έλεγε ότι έχει μαθήματα και δεν τους άφηνε. Όταν όμως αγρίεψαν τα πράγματα το έκλεισε και ησύχασε.Γιατί όμως αναφέρω το φροντιστήριο; Όλοι οι μαθητές που κατεβήκαμε την Τετάρτη σε όλα τα φροντιστήρια, είχαμε από πρώτο χέρι την είδηση. Ειδικά αν πήγαινες στου Σκούρα την είχες και πανοραμική. (Φωτογραφική μηχανή δεν είχα μαζί μου τότε -τότε απεχθανόμουν τις φωτογραφίες δυστυχώς…).
Αναφέρω τα φροντιστήρια γιατί θέλω να πω ότι η παραπαιδεία «βοήθησε» να περάσει η ιδέα του ξεσηκωμού από το Πολυτεχνείο στις γειτονιές πάρα πολύ γρήγορα. Το ραδιόφωνο και η τηλεόραση ήταν ολοκληρωτικά ελεγχόμενα από την χούντα. Οι εφημερίδες λογοκρινόντουσαν καθημερινά, αν και δεν ήθελαν, όπως πάντα, να ρισκάρουν και πολλά. Τα νέα και η ενημέρωση, τότε, πέρναγαν από στόμα σε στόμα. Από τις εφημερίδες διάβαζες ό,τι ήθελε η χούντα. Λίγες φορές έκαναν την επανάστασή τους και αυτό για να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά τους και όχι την αλήθεια (η μια με την εκ Παρισίων επιστολή Καραμανλή στην Βραδυνή).
Την Τετάρτη 14 Νοέμβρη του 1973 το απόγευμα, όπως όλα τα απογεύματα των καθημερινών ημερών της εβδομάδας, πήρα μαζί με την παρέα μου το λεωφορείο από Ζωγράφου για το κέντρο της Αθήνας και συγκεκριμένα το τέρμα λεωφορείων στην Ακαδημίας. Εκείνες τις ώρες τα λεωφορεία γινόντουσαν «σχολικά». Στο τέρμα, στην Ακαδημίας κατεβήκαμε και περπατήσαμε όλοι μαζί προς την Κάνιγγος όπως κάθε απόγευμα. Στην Ακαδημίας ξεσκαρταρίσαμε κάμποσους. Κοντά στην Κάνιγγος αυτοί που πήγαιναν στον Σαβαΐδη και στα άλλα φροντιστήρια της Σόλωνος έκοψαν δεξιά.
Αφήσαμε και τους πολλούς στην Κάνιγγος. Στο τέλος οι λίγοι και εκλεκτοί (θυμάμαι μόνο τον φίλο μου Μανώλη Π. που ήταν και ο ντράμερ στο ροκ συγκρότημα που είχαμε τότε), συνεχίσαμε στην οδό Κάνιγγος και κατευθυνθήκαμε προς την Στουρνάρη. Φτάνοντας Στουρνάρη καταλάβαμε ότι κάτι ιδιαίτερο συμβαίνει. Δυνατοί ήχοι από την Πατησίων. Ανοίξαμε το βήμα μας.
Το θέαμα που αντικρίσαμε στην Πατησίων ήταν πρωτόγνωρο σε μια εποχή που υπήρχε μόνιμη απαγόρευση να συνευρίσκονται περισσότερα από 5 άτομα. Ολόκληρη η Πατησίων από την μια άκρη του Πολυτεχνείου μέχρι την άλλη, ήταν κλεισμένη από πολύ κόσμο. Στα κάγκελα κρεμόντουσαν φοιτητές που κυμάτιζαν ελληνικές σημαίες και φώναζαν συνθήματα με ντουντούκες : «ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΛΑΕ», «ΛΕΥΤΕΡΕΣ ΦΟΙΤΗΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ», «ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΙΔΕΙΑ», «ΨΩΜΙ ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», «ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΤΟΝ ΤΥΡΑΝΝΟ» . Χωθήκαμε ανάμεσά τους, ρωτήσαμε. Ήταν πολλές οι γνώμες. Άλλοι μιλούσαν για τα μαθήματα. Άλλοι για τη διοίκηση των Σχολών. Άλλοι για την Χούντα.
Ανεβήκαμε στο φροντιστήριο. Οι καθηγητές προσπάθησαν να ξεκινήσουν τα μαθήματα. Αλλά ακόμη και αυτοί το μισό μυαλό τους απ’ έξω το είχαν. Κάποιοι μάλιστα έκαναν παράδοση δίπλα στο παράθυρο, κοιτάζοντας έξω.
Όταν σχολάσαμε από το φροντιστήριο έμεινε με τους φοιτητές σχεδόν ολόκληρο το φροντιστήριο. Κατά τις δώδεκα την κάναμε για τα σπίτια μας. Δικαιολογηθήκαμε στα σπίτια μας ότι «είχαν διαδήλωση οι φοιτητές και άργησαν τα λεωφορεία».
Την Πέμπτη 15 Νοέμβρη του 1973 το πρωί στο σχολείο μόνο μάθημα δεν είχαμε όρεξη να κάνουμε. Συζητούσαμε τι είδαμε το προηγούμενο βράδυ και προσπαθούσαμε να το εξηγήσουμε. Ήταν πρωτόγνωρο για εμάς. Κόσμος μαζεμένος να ΑΠΑΙΤΕΙ να ΖΗΤΑΕΙ να συζητεί για ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ δεν το είχαμε ξαναδεί εκτός από κάποιες φορές που διαμαρτυρόμαστε κάποιες παρέες στο σχολείο γιατί δεν θέλαμε να μας κόψουν κάποιοι άσχημοι καθηγητές το μακρύ όμορφο μαλλί μας.
Το σχολείο μου ήταν ένα τυπικό δημόσιο σχολείο με κάποιους καλούς δημοκράτες καθηγητές λίγους φασίστες καθηγητές και μια γυμνασιάρχισσα που αν σας πω ότι την φώναζε όλο το σχολείο πίσω από την πλάτη της «madam» τι θα σκεφτείτε; Το «Μπλούχερ» της πήγαινε καλύτερα, είχα σκεφτεί μετά από πολλά χρόνια αλλά δεν είχε βγάλει ο Μελ Μπρούκς τον «Φραγκεστάιν Τζούνιορ» τότε, οπότε μένουμε στο «madam».
Όλοι στο σχολείο, καθηγητές και μαθητές είχαν μάθει τι γίνεται στο Πολυτεχνείο. Τα παιδιά θα το μετέφεραν με την μια ή την άλλη εκδοχή στους γονείς τους; Ίσως δεν θα εξηγούσαν ακριβώς την δυναμική του, για να τους αφήσουν να πάνε φροντιστήριο το απόγευμα.
Tο απόγευμα, κατεβήκαμε όπως κάθε φορά την ίδια διαδρομή, αλλά με άλλη διάθεση από την συνηθισμένη. Από το τέρμα των λεωφορείων στην Ακαδημίας μέχρι στο Πολυτεχνείο φτάσαμε πιο γρήγορα από ό,τι συνήθως, χωρίς την καθημερινή αργοπορία με τα εφηβικά αστειάκια του δρόμου. Μάλιστα φτάσαμε περισσότεροι, γιατί δεν πήγαν όλοι στα φροντιστήριά τους αλλά συνέχισαν προς το Πολυτεχνείο, μαζί μας. Εκτός από τον Μανώλη Π. εκείνο το βράδυ θυμάμαι ότι ήταν μαζί μας και ο Γιώργος Νίκας. Η κατάσταση έξω από το Πολυτεχνείο ήταν σαν μια γιορτή. Χιλιάδες κόσμου. Περισσότεροι από χτες. Υπήρχε και μια πρόχειρη μεγαφωνική εγκατάσταση, που δεν την είχα προσέξει την προηγούμενη ημέρα, από την οποία άκουγες ανακοινώσεις και συνθήματα : «ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΛΑΕ», «ΚΑΤΩ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ», «ΛΑΟΚΡΑΤΙΑ», «ΨΩΜΙ - ΠΑΙΔΕΙΑ - ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», «ΛΑΪΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ», «ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΟ NATO», «ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ», «ΚΑΤΩ Η ΧΟΥΝΤΑ», «ΟΧΙ ΣΤΟΝ ΕΜΠΑΙΓΜΟ ΕΝΟΣ ΤΡΕΛΟΥ», «ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΛΑΕ», «ΔΕΝ ΣΕ ΘΕΛΕΙ Ο ΛΑΟΣ ΠΑΡ’ ΤΗ ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΚΑΙ ΜΠΡΟΣ», «ΕΛΛΑΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΩΝ», «ΚΑΤΩ ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ», «ΛΑΕ, ΛΑΕ Η ΤΩΡΑ Η ΠΟΤΕ», «ΟΛΟΙ ΕΝΩΜΕΝΟΙ», «ΝΑΤΟ ΣΙΑ ΠΡΟΔΟΣΙΑ», «ΕΞΩ ΟΙ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΙ», «ΚΑΤΩ Ο ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ», «ΕΞΙ ΧΡΟΝΙΑ ΑΡΚΕΤΑ ΔΕΝ ΘΑ ΓΙΝΟΥΝΕ ΕΠΤΑ», «ΟΙ ΠΡΟΔΟΤΕΣ ΣΤΟ ΓΟΥΔΙ» κ.ά . Άκουγες επίσης και τις αποφάσεις από τις φοιτητικές, εργατικές ή ακόμη και μαθητικές συνελεύσεις κατάληψης. Επίσης ακούσαμε και ανακοινώσεις ότι απομονώθηκαν προβοκάτορες εγκάθετοι της ασφάλειας και της χούντας και ότι πρέπει να προσέχουμε ποιοί είναι δίπλα μας. Να μην παρασυρόμαστε από άτομα που ίσως είναι ξένα προς το φοιτητικό κίνημα. Σαφώς το κλίμα δεν ήταν τόσο φοιτητικό αλλά πάρα πολύ πολιτικό. Υπήρχε μια μεγάλη χειρόγραφη αφίσα που έδειχνε μια κρεμάλα με την χούντα της Ταϊλάνδης να κρέμεται από την αγχόνη. Συμβόλιζε οτι η Ελληνική χούντα θα φύγει όπως η αντίστοιχη της Ταϊλάνδης.
Επίσης κυκλοφορούσαν πάρα πολλά χαρτιά Α4 (ή και μισά Α4) τυπωμένα σε πολύγραφο με σκίτσα και συνθήματα όπως αυτά που προανέφερα. Τα μοιράζαμε στα σταματημένα αυτοκίνητα, τρόλεϊ και λεωφορεία στους γύρω δρόμους. Προσπαθήσαμε να μπούμε μέσα στο Πολυτεχνείο. Δεν μας άφησαν. Είμαστε μικροί, είπε η φοιτήτρια στην είσοδο, να προσέχουμε…
Αστυνομία δεν υπήρχε πουθενά. Είχε εξαφανισθεί. Απ’ ό,τι μάθαμε αργότερα την είχαν αποσύρει ώστε να δημιουργηθεί χάος και να το εκμεταλλευτεί πολιτικά ένα κομμάτι της χούντας, αυτό του δικτάτορα Ιωαννίδη.
Εκείνη την νύχτα αργήσαμε να πάμε σπίτια μας. Με κάποιο τρόπο δικαιολογηθήκαμε (ήμαστε σε φίλο και διαβάζαμε κλπ). Αν και του Ζωγράφου είναι κοντά στο κέντρο της Αθήνας, τρία – τέσσερα χιλιόμετρα μόνο, τα νέα έφθαναν θολά, ότι τάχα λίγοι φοιτητές έκαναν κινητοποιήσεις για φοιτητικά αιτήματα.
Την Παρασκευή 16 Νοέμβρη του 1973 το πρωί στο σχολείο δεν υπήρχε καμία διάθεση για μάθημα σε αυτούς που είμαστε εκεί. Γιατί δεν είμαστε όλοι στο σχολείο. Λίγοι προτίμησαν αντί να ανηφορίσουν για το σχολείο να κατηφορίσουν προς το Πολυτεχνείο. Εκτός από τους προηγούμενους ήσαν και κάποιοι που πρόφτασαν ή και τους άφησαν να μπουν στο Πολυτεχνείο από τις πρώτες μέρες και συμμετείχαν στις λειτουργίες της κατάληψης (συνελεύσεις συμβούλια κλπ). Οι υπόλοιποι αποφασίσαμε να κατέβουμε όλοι το απόγευμα στο Πολυτεχνείο. Ένα σημαντικό κομμάτι από μαθητές αποφάσισε να το σκάσει από το σχολείο και να κατέβει από το πρωί.
Εμείς, οι περισσότεροι που είμαστε στο σχολείο, συζητούσαμε τι είδαμε το προηγούμενο βράδυ και ενημερώναμε αυτούς που δεν ήξεραν. Μοιράσαμε τις προκηρύξεις που είχαμε μαζί μας. Το σχολείο έβραζε. Πολλά παιδιά είχαν μαζί τους τρανζίστορς και ακούγαμε τον ραδιοφωνικό σταθμό που είχαν βάλει σε λειτουργία οι φοιτητές για να ενημερώνουν για τις εξελίξεις. Για πολλές ώρες αυτός ο ραδιοφωνικός σταθμός ήταν η μόνη αντικειμενική ενημέρωση στην Αθήνα.
Η γυμνασιάρχης με τους καθηγητές προσπάθησαν να επιβάλουν την τάξη. Με το ζόρι μας έβαλαν στις τάξεις. Εκεί, ανάλογα με τον καθηγητή, συνεχιζόταν στα φανερά ή στα κρυφά η συζήτηση.
Το σήμα κατατεθέν της χούντας ήταν και σαν βιβλιόσημο στην τελευταία σελίδα κάθε σχολικού βιβλίου.
Γυρνώντας από το σχολείο προς τα σπίτια μας σκίζαμε από τα βιβλία την τελευταία σελίδα που είχε το βιβλιόσημο με το «πουλί» γράφαμε πάνω συνθήματα, μουντζουρώναμε το πουλί με την σβάστικα και τα πετάγαμε σαν προκηρύξεις στους δρόμους.
Το απόγευμα κατεβήκαμε στο Πολυτεχνείο. Δεν θυμάμαι τι ώρα ήταν αλλά τα δακρυγόνα είχαν ήδη κατακλύσει όλο το κέντρο.
Μας είπαν ότι το Πολυτεχνείο είχε σφιχταγκαλιαστεί από ένα τεράστιο αριθμό λαού που έφθανε σχεδόν μέχρι την Ομόνοια. Κατά τις 6:30 μια ομάδα διαδηλωτών είχε ξεκινήσει να πάει πορεία στο Σύνταγμα. Την απώθησαν. Μια άλλη ομάδα κατέλαβε τα γραφεία της Νομαρχίας στην Αιόλου 104 και με πολύ κόπο κατάφερε η αστυνομία να τους βγάλει έξω. Στη συνέχεια η αστυνομία συνεπικουρούμενη από την χωροφυλακή διαλύει με δακρυγόνα την κεντρική συγκέντρωση έξω από το Πολυτεχνείο.Η μεγάλη μάζα των διαδηλωτών είχε διαλύσει σε μικρές ομάδες διάσπαρτες παντού σε όλο το κέντρο της Αθήνας. Παντού υπήρχε αστυνομία. Μας κυνήγαγαν και τρέχαμε για 100 – 200 μέτρα. Σταματάγαμε. Μπαίναμε σε εισόδους πολυκατοικιών, ανοίγαμε ένα μικρό τραντζιστοράκι που είχαμε μαζί μας και ακούγαμε τον σταθμό των φοιτητών. Ενημερωνόμαστε για το που ήταν η αστυνομία και όταν καταλαβαίναμε ότι μπορούσαμε να βγούμε, ξεκινάγαμε καινούργιο γιουρούσι. Τους προκαλούσαμε, μας κυνηγούσαν. Αυτό κράτησε μέχρι πολύ αργά.
Κάποια στιγμή αποφασίσαμε να μπούμε μέσα στο Πολυτεχνείο. Την είσοδο της Στουρνάρη δεν μπορούσαμε να την πλησιάσουμε γιατί η Στουρνάρη ήταν γεμάτη αστυνομικούς. Ο Μανώλης πρότεινε να πάμε από τα σκοτάδια της Τοσίτσα πρώτα να δοκιμάσουμε την είσοδο της Τοσίτσα και μετά να δοκιμάσουμε να περάσουμε από την κεντρική της Πατησίων. Η είσοδος της Τοσίτσα ήταν ταμπουρωμένη. Σωστό φρούριο. “Όχι από εδώ”, μας είπαν οι φοιτητές που τη φύλαγαν. Συνεχίσαμε για να βγούμε στην Πατησίων. Η κατάσταση ήταν απερίγραπτη, σαν φωτογραφία από ταινία του Αγγελόπουλου. Όλος ο δρόμος άδειος και γεμάτος καπνογόνα. Ούτε ψυχή ανθρώπινη. Ακούγονταν από τριγύρω ήχος από ασθενοφόρα. Μας θυμάμαι (και κάποιες φορές ανατριχιάζω) στη μέση της Πατησίων εμένα και τον Μανώλη, σαν χαζά. Γύρω μας καπνογόνα. Από ένα στενό απέναντι άρχισαν κάποιοι ένστολοι να μας πλησιάζουν όπου την κάναμε από εκεί που είχαμε έρθει αποδεικνύοντας στην πράξη πόσο γυμνασμένα και γρήγορα παιδιά ήμασταν. Γυρίσαμε σπίτια μας. Δεν είχε νόημα να είμαστε εκεί αποκομμένοι, χωρίς να έχουμε πληροφόρηση, χωρίς να γνωρίζουμε τι πρέπει να κάνουμε.
Με το τρανζίστορ κολλημένο στο αυτί μου όλο το βράδυ. Έζησα όλη την αγωνία των φοιτητών.
Ανατρίχιασα με το επικό φινάλε από τον Μήτσο Παπαχρήστο. Στο τέλος ο σταθμός σταμάτησε να μεταδίδει.
-Τους σκότωσαν, σκέφτηκα. (Ίσως ο λόγος, που κάθε φορά, μα κάθε φορά, που συναντώ τον Μήτσο Παπαχρήστο χαίρομαι τόσο πολύ, είναι ότι τον είχα για σκοτωμένο, μέχρι την στιγμή που τον γνώρισα από κοντά και τότε συνειδητοποίησα ότι ζει!).
Ένοιωσα πολύ μόνος εκείνη την ώρα. Πολύ θυμωμένος και πολύ μόνος. Ήθελα κάτι να κάνω αλλά δεν ήξερα τι.
Η αλήθεια είναι ότι όλες εκείνες τις ημέρες ήθελα να κάνω πράγματα αλλά δεν ήξερα τι να κάνω. Έπρεπε να ήμουν κάπου οργανωμένος. Να έχω τουλάχιστον πληροφόρηση.
Με αυτές τις σκέψεις κοιμήθηκα ξημερώματα.
Το Σάββατο 17 Νοέμβρη του 1973 το πρωί οι περισσότεροι πήγαμε στο σχολείο (Ναι, τότε πηγαίναμε ΚΑΙ Σάββατο). Είχαμε όμως πολλές απουσίες. Από συμμαθητές που ήταν μέσα στο Πολυτεχνείο ή διανυκτέρευσαν σε διπλανά του Πολυτεχνείου σπίτια που τους άνοιξαν την πόρτα οι ιδιοκτήτες. Επίσης από συμμαθητές που δεν ήρθαν σχολείο αλλά αποφάσισαν να προσπαθήσουν να κατέβουν στο κέντρο.
Από πολύ νωρίς ακούγονταν από μακριά κρότοι από αυτόματα όπλα που δεν σταμάταγαν. Γύρω γύρω από το σχολείο περιπολικά και άλλα ασφαλίτικα αυτοκίνητα. Η αστυνομία ζήτησε τα απουσιολόγια. Μόλις το μάθαμε τα κάψαμε. Μείναμε έξω στην αυλή. Κατεβάσαμε μεσίστια την σημαία του σχολείου. Γύρω στη μία το μεσημέρι μας άφησαν να πάμε σπίτια μας, Κατεβήκαμε την οδό Κουσίδου και μετά την Λεωφόρο Παπάγου.
Στο ύψος της εκκλησίας του Αγίου Θεράποντος μερικοί στρατιώτες ανέβαιναν ανάποδα την λεωφόρο με τα αυτόματα στα χέρια να απειλούν τον κόσμο για να μπει μέσα στα σπίτια του και να αδειάσει τους δρόμους.
Όταν είδαν τους μαθητές να κατεβαίνουν άρχισαν να φωνάζουν ψαρωτικά και να πυροβολούν στον αέρα ώστε να μας φοβίσουν.
- Διαλυθείτε!
- Πηγαίνετε σπίτια σας!
- Διαλυθείτε!!!
Ίσως από αυτούς τους πυροβολισμούς, σκοτώθηκε ο πεντάχρονος Δημήτριος Θεοφ. Θεοδώρας που ήταν στην ταράτσα της πολυκατοικίας του. Τρέξαμε στους γύρω δρόμους. Εγώ πήγα στο νοικιασμένο δωμάτιο που είχαμε για τις πρόβες με το συγκρότημα. Εκεί σιγά σιγά μαζευτήκαμε όλοι και το γκρούπ και οι φίλοι μας. Μάθαμε ότι αυτοί που προσπάθησαν να κατέβουν στο κέντρο δεν τα κατάφεραν. Τα πάντα ήταν μπλοκαρισμένα από χωροφυλακή και στρατό. Από την παρέα έλειπαν δύο τρεις.
Μάθαμε ότι κάποιοι είχαν συλληφθεί.
Όλοι μας ήμασταν πολύ θυμωμένοι.
Απ’ όλη την Αθήνα συνέχιζαν οι κροταλισμοί από τα αυτόματα όπλα και οι πυροβολισμοί από τα περίστροφα.
Τα όπλα, φαινομενικά, νίκησαν αλλά η ψυχή απελευθερώθηκε. Άρχισε το τέλος της χούντας.
Καναλιώτης
Η ζωή του μαθητή, ΚΑΙ ΤΟΤΕ, ήταν εξ’ ίσου σκληρή με του σημερινού μαθητή αλλά τα καταφέρναμε, όπως και τα παιδιά μας τα καταφέρνουν σήμερα, μιας και δεν μπορέσαμε εμείς μεγαλώνοντας να τους έχουμε έτοιμο κάτι καλύτερο.
Το 1973 πήγαινα Ε’ Γυμνασίου και στο φροντιστήριο «Θετικό», του φιλόλογου Σκούρα. Το «Θετικό» ήταν ακριβώς απέναντι από το Πολυτεχνείο, Στουρνάρη (Στουρνάρα τότε) και Πατησίων γωνία, με είσοδο από την Στουρνάρη και παράθυρα από την Πατησίων. Πάλι πρώτη θέση έπιασες, θα σκεφτήκατε. Όχι όμως, γιατί ο Σκούρας το έκλεισε την Παρασκευή το βράδυ και μας έδιωξε, γιατί όσο ήταν εκεί ερχόντουσαν κάτι περίεργοι με κάμερες και φωτογραφικές μηχανές και δείχνοντας ταυτότητες του ζητούσαν να μπουν. Τους έλεγε ότι έχει μαθήματα και δεν τους άφηνε. Όταν όμως αγρίεψαν τα πράγματα το έκλεισε και ησύχασε.Γιατί όμως αναφέρω το φροντιστήριο; Όλοι οι μαθητές που κατεβήκαμε την Τετάρτη σε όλα τα φροντιστήρια, είχαμε από πρώτο χέρι την είδηση. Ειδικά αν πήγαινες στου Σκούρα την είχες και πανοραμική. (Φωτογραφική μηχανή δεν είχα μαζί μου τότε -τότε απεχθανόμουν τις φωτογραφίες δυστυχώς…).
Αναφέρω τα φροντιστήρια γιατί θέλω να πω ότι η παραπαιδεία «βοήθησε» να περάσει η ιδέα του ξεσηκωμού από το Πολυτεχνείο στις γειτονιές πάρα πολύ γρήγορα. Το ραδιόφωνο και η τηλεόραση ήταν ολοκληρωτικά ελεγχόμενα από την χούντα. Οι εφημερίδες λογοκρινόντουσαν καθημερινά, αν και δεν ήθελαν, όπως πάντα, να ρισκάρουν και πολλά. Τα νέα και η ενημέρωση, τότε, πέρναγαν από στόμα σε στόμα. Από τις εφημερίδες διάβαζες ό,τι ήθελε η χούντα. Λίγες φορές έκαναν την επανάστασή τους και αυτό για να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά τους και όχι την αλήθεια (η μια με την εκ Παρισίων επιστολή Καραμανλή στην Βραδυνή).
Την Τετάρτη 14 Νοέμβρη του 1973 το απόγευμα, όπως όλα τα απογεύματα των καθημερινών ημερών της εβδομάδας, πήρα μαζί με την παρέα μου το λεωφορείο από Ζωγράφου για το κέντρο της Αθήνας και συγκεκριμένα το τέρμα λεωφορείων στην Ακαδημίας. Εκείνες τις ώρες τα λεωφορεία γινόντουσαν «σχολικά». Στο τέρμα, στην Ακαδημίας κατεβήκαμε και περπατήσαμε όλοι μαζί προς την Κάνιγγος όπως κάθε απόγευμα. Στην Ακαδημίας ξεσκαρταρίσαμε κάμποσους. Κοντά στην Κάνιγγος αυτοί που πήγαιναν στον Σαβαΐδη και στα άλλα φροντιστήρια της Σόλωνος έκοψαν δεξιά.
Αφήσαμε και τους πολλούς στην Κάνιγγος. Στο τέλος οι λίγοι και εκλεκτοί (θυμάμαι μόνο τον φίλο μου Μανώλη Π. που ήταν και ο ντράμερ στο ροκ συγκρότημα που είχαμε τότε), συνεχίσαμε στην οδό Κάνιγγος και κατευθυνθήκαμε προς την Στουρνάρη. Φτάνοντας Στουρνάρη καταλάβαμε ότι κάτι ιδιαίτερο συμβαίνει. Δυνατοί ήχοι από την Πατησίων. Ανοίξαμε το βήμα μας.
Το θέαμα που αντικρίσαμε στην Πατησίων ήταν πρωτόγνωρο σε μια εποχή που υπήρχε μόνιμη απαγόρευση να συνευρίσκονται περισσότερα από 5 άτομα. Ολόκληρη η Πατησίων από την μια άκρη του Πολυτεχνείου μέχρι την άλλη, ήταν κλεισμένη από πολύ κόσμο. Στα κάγκελα κρεμόντουσαν φοιτητές που κυμάτιζαν ελληνικές σημαίες και φώναζαν συνθήματα με ντουντούκες : «ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΛΑΕ», «ΛΕΥΤΕΡΕΣ ΦΟΙΤΗΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ», «ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΙΔΕΙΑ», «ΨΩΜΙ ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», «ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΤΟΝ ΤΥΡΑΝΝΟ» . Χωθήκαμε ανάμεσά τους, ρωτήσαμε. Ήταν πολλές οι γνώμες. Άλλοι μιλούσαν για τα μαθήματα. Άλλοι για τη διοίκηση των Σχολών. Άλλοι για την Χούντα.
Ανεβήκαμε στο φροντιστήριο. Οι καθηγητές προσπάθησαν να ξεκινήσουν τα μαθήματα. Αλλά ακόμη και αυτοί το μισό μυαλό τους απ’ έξω το είχαν. Κάποιοι μάλιστα έκαναν παράδοση δίπλα στο παράθυρο, κοιτάζοντας έξω.
Όταν σχολάσαμε από το φροντιστήριο έμεινε με τους φοιτητές σχεδόν ολόκληρο το φροντιστήριο. Κατά τις δώδεκα την κάναμε για τα σπίτια μας. Δικαιολογηθήκαμε στα σπίτια μας ότι «είχαν διαδήλωση οι φοιτητές και άργησαν τα λεωφορεία».
Την Πέμπτη 15 Νοέμβρη του 1973 το πρωί στο σχολείο μόνο μάθημα δεν είχαμε όρεξη να κάνουμε. Συζητούσαμε τι είδαμε το προηγούμενο βράδυ και προσπαθούσαμε να το εξηγήσουμε. Ήταν πρωτόγνωρο για εμάς. Κόσμος μαζεμένος να ΑΠΑΙΤΕΙ να ΖΗΤΑΕΙ να συζητεί για ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ δεν το είχαμε ξαναδεί εκτός από κάποιες φορές που διαμαρτυρόμαστε κάποιες παρέες στο σχολείο γιατί δεν θέλαμε να μας κόψουν κάποιοι άσχημοι καθηγητές το μακρύ όμορφο μαλλί μας.
Το σχολείο μου ήταν ένα τυπικό δημόσιο σχολείο με κάποιους καλούς δημοκράτες καθηγητές λίγους φασίστες καθηγητές και μια γυμνασιάρχισσα που αν σας πω ότι την φώναζε όλο το σχολείο πίσω από την πλάτη της «madam» τι θα σκεφτείτε; Το «Μπλούχερ» της πήγαινε καλύτερα, είχα σκεφτεί μετά από πολλά χρόνια αλλά δεν είχε βγάλει ο Μελ Μπρούκς τον «Φραγκεστάιν Τζούνιορ» τότε, οπότε μένουμε στο «madam».
Όλοι στο σχολείο, καθηγητές και μαθητές είχαν μάθει τι γίνεται στο Πολυτεχνείο. Τα παιδιά θα το μετέφεραν με την μια ή την άλλη εκδοχή στους γονείς τους; Ίσως δεν θα εξηγούσαν ακριβώς την δυναμική του, για να τους αφήσουν να πάνε φροντιστήριο το απόγευμα.
Tο απόγευμα, κατεβήκαμε όπως κάθε φορά την ίδια διαδρομή, αλλά με άλλη διάθεση από την συνηθισμένη. Από το τέρμα των λεωφορείων στην Ακαδημίας μέχρι στο Πολυτεχνείο φτάσαμε πιο γρήγορα από ό,τι συνήθως, χωρίς την καθημερινή αργοπορία με τα εφηβικά αστειάκια του δρόμου. Μάλιστα φτάσαμε περισσότεροι, γιατί δεν πήγαν όλοι στα φροντιστήριά τους αλλά συνέχισαν προς το Πολυτεχνείο, μαζί μας. Εκτός από τον Μανώλη Π. εκείνο το βράδυ θυμάμαι ότι ήταν μαζί μας και ο Γιώργος Νίκας. Η κατάσταση έξω από το Πολυτεχνείο ήταν σαν μια γιορτή. Χιλιάδες κόσμου. Περισσότεροι από χτες. Υπήρχε και μια πρόχειρη μεγαφωνική εγκατάσταση, που δεν την είχα προσέξει την προηγούμενη ημέρα, από την οποία άκουγες ανακοινώσεις και συνθήματα : «ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΛΑΕ», «ΚΑΤΩ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ», «ΛΑΟΚΡΑΤΙΑ», «ΨΩΜΙ - ΠΑΙΔΕΙΑ - ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», «ΛΑΪΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ», «ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΟ NATO», «ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ», «ΚΑΤΩ Η ΧΟΥΝΤΑ», «ΟΧΙ ΣΤΟΝ ΕΜΠΑΙΓΜΟ ΕΝΟΣ ΤΡΕΛΟΥ», «ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΛΑΕ», «ΔΕΝ ΣΕ ΘΕΛΕΙ Ο ΛΑΟΣ ΠΑΡ’ ΤΗ ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΚΑΙ ΜΠΡΟΣ», «ΕΛΛΑΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΩΝ», «ΚΑΤΩ ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ», «ΛΑΕ, ΛΑΕ Η ΤΩΡΑ Η ΠΟΤΕ», «ΟΛΟΙ ΕΝΩΜΕΝΟΙ», «ΝΑΤΟ ΣΙΑ ΠΡΟΔΟΣΙΑ», «ΕΞΩ ΟΙ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΙ», «ΚΑΤΩ Ο ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ», «ΕΞΙ ΧΡΟΝΙΑ ΑΡΚΕΤΑ ΔΕΝ ΘΑ ΓΙΝΟΥΝΕ ΕΠΤΑ», «ΟΙ ΠΡΟΔΟΤΕΣ ΣΤΟ ΓΟΥΔΙ» κ.ά . Άκουγες επίσης και τις αποφάσεις από τις φοιτητικές, εργατικές ή ακόμη και μαθητικές συνελεύσεις κατάληψης. Επίσης ακούσαμε και ανακοινώσεις ότι απομονώθηκαν προβοκάτορες εγκάθετοι της ασφάλειας και της χούντας και ότι πρέπει να προσέχουμε ποιοί είναι δίπλα μας. Να μην παρασυρόμαστε από άτομα που ίσως είναι ξένα προς το φοιτητικό κίνημα. Σαφώς το κλίμα δεν ήταν τόσο φοιτητικό αλλά πάρα πολύ πολιτικό. Υπήρχε μια μεγάλη χειρόγραφη αφίσα που έδειχνε μια κρεμάλα με την χούντα της Ταϊλάνδης να κρέμεται από την αγχόνη. Συμβόλιζε οτι η Ελληνική χούντα θα φύγει όπως η αντίστοιχη της Ταϊλάνδης.
Επίσης κυκλοφορούσαν πάρα πολλά χαρτιά Α4 (ή και μισά Α4) τυπωμένα σε πολύγραφο με σκίτσα και συνθήματα όπως αυτά που προανέφερα. Τα μοιράζαμε στα σταματημένα αυτοκίνητα, τρόλεϊ και λεωφορεία στους γύρω δρόμους. Προσπαθήσαμε να μπούμε μέσα στο Πολυτεχνείο. Δεν μας άφησαν. Είμαστε μικροί, είπε η φοιτήτρια στην είσοδο, να προσέχουμε…
Αστυνομία δεν υπήρχε πουθενά. Είχε εξαφανισθεί. Απ’ ό,τι μάθαμε αργότερα την είχαν αποσύρει ώστε να δημιουργηθεί χάος και να το εκμεταλλευτεί πολιτικά ένα κομμάτι της χούντας, αυτό του δικτάτορα Ιωαννίδη.
Εκείνη την νύχτα αργήσαμε να πάμε σπίτια μας. Με κάποιο τρόπο δικαιολογηθήκαμε (ήμαστε σε φίλο και διαβάζαμε κλπ). Αν και του Ζωγράφου είναι κοντά στο κέντρο της Αθήνας, τρία – τέσσερα χιλιόμετρα μόνο, τα νέα έφθαναν θολά, ότι τάχα λίγοι φοιτητές έκαναν κινητοποιήσεις για φοιτητικά αιτήματα.
Την Παρασκευή 16 Νοέμβρη του 1973 το πρωί στο σχολείο δεν υπήρχε καμία διάθεση για μάθημα σε αυτούς που είμαστε εκεί. Γιατί δεν είμαστε όλοι στο σχολείο. Λίγοι προτίμησαν αντί να ανηφορίσουν για το σχολείο να κατηφορίσουν προς το Πολυτεχνείο. Εκτός από τους προηγούμενους ήσαν και κάποιοι που πρόφτασαν ή και τους άφησαν να μπουν στο Πολυτεχνείο από τις πρώτες μέρες και συμμετείχαν στις λειτουργίες της κατάληψης (συνελεύσεις συμβούλια κλπ). Οι υπόλοιποι αποφασίσαμε να κατέβουμε όλοι το απόγευμα στο Πολυτεχνείο. Ένα σημαντικό κομμάτι από μαθητές αποφάσισε να το σκάσει από το σχολείο και να κατέβει από το πρωί.
Εμείς, οι περισσότεροι που είμαστε στο σχολείο, συζητούσαμε τι είδαμε το προηγούμενο βράδυ και ενημερώναμε αυτούς που δεν ήξεραν. Μοιράσαμε τις προκηρύξεις που είχαμε μαζί μας. Το σχολείο έβραζε. Πολλά παιδιά είχαν μαζί τους τρανζίστορς και ακούγαμε τον ραδιοφωνικό σταθμό που είχαν βάλει σε λειτουργία οι φοιτητές για να ενημερώνουν για τις εξελίξεις. Για πολλές ώρες αυτός ο ραδιοφωνικός σταθμός ήταν η μόνη αντικειμενική ενημέρωση στην Αθήνα.
Η γυμνασιάρχης με τους καθηγητές προσπάθησαν να επιβάλουν την τάξη. Με το ζόρι μας έβαλαν στις τάξεις. Εκεί, ανάλογα με τον καθηγητή, συνεχιζόταν στα φανερά ή στα κρυφά η συζήτηση.
Το σήμα κατατεθέν της χούντας ήταν και σαν βιβλιόσημο στην τελευταία σελίδα κάθε σχολικού βιβλίου.
Γυρνώντας από το σχολείο προς τα σπίτια μας σκίζαμε από τα βιβλία την τελευταία σελίδα που είχε το βιβλιόσημο με το «πουλί» γράφαμε πάνω συνθήματα, μουντζουρώναμε το πουλί με την σβάστικα και τα πετάγαμε σαν προκηρύξεις στους δρόμους.
Το απόγευμα κατεβήκαμε στο Πολυτεχνείο. Δεν θυμάμαι τι ώρα ήταν αλλά τα δακρυγόνα είχαν ήδη κατακλύσει όλο το κέντρο.
Μας είπαν ότι το Πολυτεχνείο είχε σφιχταγκαλιαστεί από ένα τεράστιο αριθμό λαού που έφθανε σχεδόν μέχρι την Ομόνοια. Κατά τις 6:30 μια ομάδα διαδηλωτών είχε ξεκινήσει να πάει πορεία στο Σύνταγμα. Την απώθησαν. Μια άλλη ομάδα κατέλαβε τα γραφεία της Νομαρχίας στην Αιόλου 104 και με πολύ κόπο κατάφερε η αστυνομία να τους βγάλει έξω. Στη συνέχεια η αστυνομία συνεπικουρούμενη από την χωροφυλακή διαλύει με δακρυγόνα την κεντρική συγκέντρωση έξω από το Πολυτεχνείο.Η μεγάλη μάζα των διαδηλωτών είχε διαλύσει σε μικρές ομάδες διάσπαρτες παντού σε όλο το κέντρο της Αθήνας. Παντού υπήρχε αστυνομία. Μας κυνήγαγαν και τρέχαμε για 100 – 200 μέτρα. Σταματάγαμε. Μπαίναμε σε εισόδους πολυκατοικιών, ανοίγαμε ένα μικρό τραντζιστοράκι που είχαμε μαζί μας και ακούγαμε τον σταθμό των φοιτητών. Ενημερωνόμαστε για το που ήταν η αστυνομία και όταν καταλαβαίναμε ότι μπορούσαμε να βγούμε, ξεκινάγαμε καινούργιο γιουρούσι. Τους προκαλούσαμε, μας κυνηγούσαν. Αυτό κράτησε μέχρι πολύ αργά.
Κάποια στιγμή αποφασίσαμε να μπούμε μέσα στο Πολυτεχνείο. Την είσοδο της Στουρνάρη δεν μπορούσαμε να την πλησιάσουμε γιατί η Στουρνάρη ήταν γεμάτη αστυνομικούς. Ο Μανώλης πρότεινε να πάμε από τα σκοτάδια της Τοσίτσα πρώτα να δοκιμάσουμε την είσοδο της Τοσίτσα και μετά να δοκιμάσουμε να περάσουμε από την κεντρική της Πατησίων. Η είσοδος της Τοσίτσα ήταν ταμπουρωμένη. Σωστό φρούριο. “Όχι από εδώ”, μας είπαν οι φοιτητές που τη φύλαγαν. Συνεχίσαμε για να βγούμε στην Πατησίων. Η κατάσταση ήταν απερίγραπτη, σαν φωτογραφία από ταινία του Αγγελόπουλου. Όλος ο δρόμος άδειος και γεμάτος καπνογόνα. Ούτε ψυχή ανθρώπινη. Ακούγονταν από τριγύρω ήχος από ασθενοφόρα. Μας θυμάμαι (και κάποιες φορές ανατριχιάζω) στη μέση της Πατησίων εμένα και τον Μανώλη, σαν χαζά. Γύρω μας καπνογόνα. Από ένα στενό απέναντι άρχισαν κάποιοι ένστολοι να μας πλησιάζουν όπου την κάναμε από εκεί που είχαμε έρθει αποδεικνύοντας στην πράξη πόσο γυμνασμένα και γρήγορα παιδιά ήμασταν. Γυρίσαμε σπίτια μας. Δεν είχε νόημα να είμαστε εκεί αποκομμένοι, χωρίς να έχουμε πληροφόρηση, χωρίς να γνωρίζουμε τι πρέπει να κάνουμε.
Με το τρανζίστορ κολλημένο στο αυτί μου όλο το βράδυ. Έζησα όλη την αγωνία των φοιτητών.
Ανατρίχιασα με το επικό φινάλε από τον Μήτσο Παπαχρήστο. Στο τέλος ο σταθμός σταμάτησε να μεταδίδει.
-Τους σκότωσαν, σκέφτηκα. (Ίσως ο λόγος, που κάθε φορά, μα κάθε φορά, που συναντώ τον Μήτσο Παπαχρήστο χαίρομαι τόσο πολύ, είναι ότι τον είχα για σκοτωμένο, μέχρι την στιγμή που τον γνώρισα από κοντά και τότε συνειδητοποίησα ότι ζει!).
Ένοιωσα πολύ μόνος εκείνη την ώρα. Πολύ θυμωμένος και πολύ μόνος. Ήθελα κάτι να κάνω αλλά δεν ήξερα τι.
Η αλήθεια είναι ότι όλες εκείνες τις ημέρες ήθελα να κάνω πράγματα αλλά δεν ήξερα τι να κάνω. Έπρεπε να ήμουν κάπου οργανωμένος. Να έχω τουλάχιστον πληροφόρηση.
Με αυτές τις σκέψεις κοιμήθηκα ξημερώματα.
Το Σάββατο 17 Νοέμβρη του 1973 το πρωί οι περισσότεροι πήγαμε στο σχολείο (Ναι, τότε πηγαίναμε ΚΑΙ Σάββατο). Είχαμε όμως πολλές απουσίες. Από συμμαθητές που ήταν μέσα στο Πολυτεχνείο ή διανυκτέρευσαν σε διπλανά του Πολυτεχνείου σπίτια που τους άνοιξαν την πόρτα οι ιδιοκτήτες. Επίσης από συμμαθητές που δεν ήρθαν σχολείο αλλά αποφάσισαν να προσπαθήσουν να κατέβουν στο κέντρο.
Από πολύ νωρίς ακούγονταν από μακριά κρότοι από αυτόματα όπλα που δεν σταμάταγαν. Γύρω γύρω από το σχολείο περιπολικά και άλλα ασφαλίτικα αυτοκίνητα. Η αστυνομία ζήτησε τα απουσιολόγια. Μόλις το μάθαμε τα κάψαμε. Μείναμε έξω στην αυλή. Κατεβάσαμε μεσίστια την σημαία του σχολείου. Γύρω στη μία το μεσημέρι μας άφησαν να πάμε σπίτια μας, Κατεβήκαμε την οδό Κουσίδου και μετά την Λεωφόρο Παπάγου.
Στο ύψος της εκκλησίας του Αγίου Θεράποντος μερικοί στρατιώτες ανέβαιναν ανάποδα την λεωφόρο με τα αυτόματα στα χέρια να απειλούν τον κόσμο για να μπει μέσα στα σπίτια του και να αδειάσει τους δρόμους.
Όταν είδαν τους μαθητές να κατεβαίνουν άρχισαν να φωνάζουν ψαρωτικά και να πυροβολούν στον αέρα ώστε να μας φοβίσουν.
- Διαλυθείτε!
- Πηγαίνετε σπίτια σας!
- Διαλυθείτε!!!
Ίσως από αυτούς τους πυροβολισμούς, σκοτώθηκε ο πεντάχρονος Δημήτριος Θεοφ. Θεοδώρας που ήταν στην ταράτσα της πολυκατοικίας του. Τρέξαμε στους γύρω δρόμους. Εγώ πήγα στο νοικιασμένο δωμάτιο που είχαμε για τις πρόβες με το συγκρότημα. Εκεί σιγά σιγά μαζευτήκαμε όλοι και το γκρούπ και οι φίλοι μας. Μάθαμε ότι αυτοί που προσπάθησαν να κατέβουν στο κέντρο δεν τα κατάφεραν. Τα πάντα ήταν μπλοκαρισμένα από χωροφυλακή και στρατό. Από την παρέα έλειπαν δύο τρεις.
Μάθαμε ότι κάποιοι είχαν συλληφθεί.
Όλοι μας ήμασταν πολύ θυμωμένοι.
Απ’ όλη την Αθήνα συνέχιζαν οι κροταλισμοί από τα αυτόματα όπλα και οι πυροβολισμοί από τα περίστροφα.
Τα όπλα, φαινομενικά, νίκησαν αλλά η ψυχή απελευθερώθηκε. Άρχισε το τέλος της χούντας.
Καναλιώτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου