Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2012

''Όποιος δε σιχαίνεται, να πετάξει την κουράδα έξω, να ξεβρωμίσει ο τόπος''


"Σήμερα το απόγευμα (σ.σ. χθες), σε κατάμεστο λεωφορείο του Κορυδαλλού, μπαίνει νέος με παντελονάκι παραλλαγής, μαύρο φούτερ, κεφάλι καθρέφτη.. Μετά από λίγο, ζεσταίνεται, βγάζει το φούτερ και αποκαλύπτεται η χρυσή αυγή. Παγωμάρα για μερικά δευτερόλεπτα και μετα θάνατος.. Όλος ο κόσμος μέσα στο λεωφορείο - και όταν λέω όλος το εννοώ- πέφτει να τον φάει.. Τον βρίζουν, τον φτύνουν, ένας παππούς του έριξε μαγκουριά. Ο μονάχος φασιστάκος τρέμει, είναι έτοιμος να βάλει τα κλάματα - πώς είναι μαλάκα να είσαι ένας και να σου την πέφτουν τόσοι πολλοί; Και τότε, σταματάει το λεωφορείο στην άκρη και ακούγεται ο οδηγός από το μικρόφωνο: "Όποιος δε σιχαίνεται, να πετάξει την κουράδα έξω, να ξεβρωμίσει ο τόπος''. Με σπρωξιές και κλωτσιές τον έβγαλαν και μάλλον ακόμα τρέχει.. Τέτοια ευφορία η ψυχή μου, ούτε με prozac..κρατάμε, γμτ, ακόμα.."

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου